OCZ Storage Solutions' SSD Handbook
Ακολουθήστε μας σε μία συγκριτική ανασκόπηση όλων των προϊόντων της OCZ.
Στα πλαίσια της συνεργασίας μας με την OCZ έχουμε προγραμματίσει τη δημοσίευση μίας σειράς άρθρων, τα οποία θα αποτελέσουν μία εισαγωγή τόσο στην ίδια την εταιρεία, όσο και στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αυτή προσφέρει. Παράλληλα, θα προσπαθήσουμε να ενσωματώσουμε στις παραπάνω πληροφορίες και την εμπειρία που έχουμε αποκτήσει για τα προϊόντα της διαμέσου των Review που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα, καθώς επίσης και αυτή των μελών της κοινότητάς μας, όπως θα διαμορφώνεται σταδιακά από την HwBox OCZ Test Team.
Αφετηρία λοιπόν των παραπάνω αποτελεί το σημερινό άρθρο, η θεματολογία του οποίου κινείται σε δύο κατευθύνσεις. Αφενός περιλαμβάνει πληροφορίες για το παρελθόν αλλά και την παρούσα κατάσταση της ίδιας της εταιρείας, ενώ ταυτόχρονα συγκεντρώνει πληροφορίες για τα διάφορα SSD που αποτελούν το τρέχον lineup της, απαντώντας σε ερωτήματα όπως σε ποιόν απευθύνεται το κάθε SSD, σε ποιους τομείς υπερτερεί, σε ποιους υστερεί κοκ. Πρόκειται δηλαδή για έναν συγκεντρωτικό οδηγό για τα SSD της εταιρείας.
Η αρχή λοιπόν για την OCZ Technology έγινε το 2002, με την εταιρεία να δραστηριοποιείται αρχικά στον τομέα των μνημών, ενώ στη συνέχεια αποκτώντας το 2007 την PC Power & Cooling να καταφέρνει εδραιωθεί περισσότερο και στον τομέα των τροφοδοτικών. Τα πρώτα γνωστά στο καταναλωτικό κοινό SSD έκαναν το ντεμπούτο τους το 2008 με την σειρά Core, με το 2009 να αποτελεί όμως τη χρονιά που γεννήθηκαν οι ευρέως διαδεδομένες σειρές Vertex και Agility. Αξίζει να θυμηθούμε ότι το κόστος ανά GB εκείνη την εποχή κυμαινόταν κοντά στα 5 ευρώ για τα υψηλών επιδόσεων μοντέλα! Το 2010 γεννήθηκε η σειρά Revodrive η οποία ουσιαστικά αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί μία έτοιμη λύση RAID 0, μαγνητίζοντας τα βλέμματα των απανταχού enthusiasts.
Με το πέρασμα των χρόνων οι σειρές αυτές απέκτησαν διάφορες παραλλαγές (EX, Pro, Max IOPS), οδεύοντας ταυτόχρονα σταδιακά και προς τις νεότερες εκδόσεις τους. Από αυτές μεγάλη επιτυχία είχε στα μέσα του 2012 η σειρά Vertex 4, η οποία περιελάμβανε κάποια από τα ταχύτερα SSD που μπορούσε να αποκτήσει κανείς. Η μετέπειτα πορεία της εταιρείας σηματοδοτήθηκε από το λανσάρισμα της σειράς Vector, μία παραλλαγή της οποίας βρίσκεται στα ράφια των καταστημάτων ακόμη και σήμερα.
Από την όλη της όμως πορεία δύο γεγονότα φαίνεται να ξεχωρίζουν περισσότερο από τα υπόλοιπα. Αφενός η εξαγορά της Indilinx η οποία έφερε στο τραπέζι τεχνογνωσία για την ανάπτυξη firmware αλλά και του (Indilinx) Barefoot 3 controller (ελεγκτής), ο οποίος μας συνοδεύει ακόμη και σήμερα σχεδόν σε όλα τα SSD του τωρινού lineup της εταιρείας. Αφετέρου, η εξαγορά της OCZ στα τέλη του 2013 από την Toshiba και η μετονομασία της σε OCZ Storage Solutions, στα πλαίσια της οποίας η εταιρεία φαίνεται να αλλάζει προσανατολισμό, αφιερώνοντας περισσότερους πόρους πλέον στην ποιότητα και την αξιοπιστία των προϊόντων της.
Αν και για την αξιοπιστία αυτή καθʼ αυτή θα αναφερθούμε σε επόμενο άρθρο, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα προβλήματα σε αυτόν τον τομέα ανέκαθεν ακολουθούσαν την εταιρεία. Αυτό οφειλόταν κυρίως στο γεγονός ότι στα αρχικά της στάδια η OCZ ενσωμάτωνε στα drives της υποσυστήματα από τρίτους κατασκευαστές, με συνέπεια να αδυνατεί να ελέγξει πλήρως την ποιότητα του τελικού προϊόντος. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι στην αρχή αποτελούσε περισσότερο μία εταιρεία συναρμολόγησης SSD, παρά πραγματικό κατασκευαστή. Αυτό άλλαξε μερικώς το 2011 με την εξαγορά της Indilinx, διαμέσου της οποίας δόθηκε η δυνατότητα να γράφει το δικό της firmware για τα drives, όπως και συνέβη με το Vertex 4. Στην πραγματικότητα όμως η πλήρης αξιοποίηση της τεχνογνωσίας της Indilinx πραγματοποιήθηκε με το Vector Solid State Drive, στο οποίο τόσο το firmware όσο και ο ελεγκτής (Barefoot 3) είχαν σχεδιαστεί και παραχθεί εντός του οίκου της OCZ. Το τελευταίο κομμάτι στο puzzle συμπληρώθηκε το 2013 μετά την εξαγορά της, όταν η OCZ απέκτησε ταυτόχρονα πλήρη πρόσβαση στην τεχνολογία των μνημών NAND της Toshiba. Το παραπάνω αυτομάτως την ενέταξε στην κατηγορία των «ανεξάρτητων» κατασκευαστών SSD όπως είναι η Intel, η Micron και η Samsung. Το πρώτο προϊόν πλήρους συνεργασίας της OCZ με την Toshiba σε νέας γενιάς υλοποιήσεις ακούει στο όνομα ARC 100 SSD, που ήταν το πρώτο πλήρως δικό της drive (controller, firmware, nand flash) στο οποίο κατέστη εφικτός ο έλεγχος της ποιότητας του τελικού προϊόντος σε μεγαλύτερο βαθμό. Βέβαια, μνήμες Toshiba «φορούσαν» και προηγούμενα μοντέλα όπως το Vector 150 και Vertex 460, όμως το ARC 100 ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο για την μετάβαση στις τελευταίας τεχνολογίας μνήμες.
Επανερχόμενοι όμως στο παρόν, η OCZ διαθέτει όπως και παλαιότερα δύο lineup που τρέχουν ταυτόχρονα. Το πρώτο αφορά την αγορά των «τυπικών» καταναλωτών (consumers), ενώ το δεύτερο την αγορά των εταιρειών (enterprise). Αν και στο παρόν άρθρο θα επικεντρωθούμε περισσότερο στο consumer lineup, δε θα λείψει και μία μικρή αναφορά στο enterprise, αφού άλλωστε features που απαντώνται πλέον στην αγορά των τυπικών καταναλωτών έχουν περάσει πρώτα από την enterprise (βλ. Power Failure Management+).
Ξεκινώντας λοιπόν την αναφορά μας στο consumer lineup θα ήταν σκόπιμο να αναφέρουμε πρώτα ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά που διέπουν όλα τα SSD. Κυρίαρχο εξ αυτών αποτελούν οι μνήμες NAND Flash οι οποίες κατασκευάζονται πλέον αποκλειστικά από την Toshiba και περιλαμβάνουν πιο συγκεκριμένα μνήμες 2ης γενιάς MLC και TLC.
Μεγαλύτερης όμως σημασίας αποτελεί και το γεγονός ότι οι χρήστες που έχουν ένα τυπικό workload όπως Internet/Ταινίες/Μουσική, κινούμενοι από το ένα drive στο άλλο δεν θα καταλάβουν κάποια αισθητή διαφορά. Το εάν λοιπόν κάποιος χρειάζεται κάτι περισσότερο από ένα τυπικό SSD κρίνεται κυρίως σε λεπτομέρειες που διαφοροποιούν την καθημερινή χρήση του υπολογιστή του από την τυπική, πράγμα που οδηγεί και σε επακόλουθες ανάγκες όπως η μεγαλύτερης διάρκειας εγγύηση.
Παρακάτω βρίσκονται συγκεντρωμένα όλα τα τρέχοντα SSD της OCZ, τα χαρακτηριστικά των οποίων θα αναλύσουμε στη συνέχεια.
Trion 100
Πρόκειται για το πιο οικονομικό SSD, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν καλύπτει τις ανάγκες των τυπικών χρηστών που ασχολούνται καθημερινά με το Internet, τη θέαση ταινιών και την ακρόαση μουσικής. Μάλιστα είναι το μοναδικό SSD της εταιρείας που θα μπορούσαμε να προτείνουμε για χρήστες laptop που ενδιαφέρονται για το χρόνο που η συσκευή τους μπορεί να λειτουργήσει εκτός πρίζας, λόγω της λειτουργίας Device Sleep (DevSlp) η οποία μειώνει σημαντικά την κατανάλωση ενέργειας όταν το drive βρίσκεται σε κατάσταση αδρανείας. Μοναδικό μειονέκτημα του συγκεκριμένου drive αποτελεί το ότι δεν ενδείκνυται για εγγραφές μεγάλων αρχείων μεγέθους πάνω από 1 - 4 GB (αναλόγως τη χωρητικότητα του SSD), όπως για παράδειγμα η αντιγραφή ταινιών υψηλής ανάλυσης, όπου οι ταχύτητες εγγραφής θα πέσουν στα 120 MB/s μετά τα πρώτα 1 – 4 GB, τα οποία εγγράφονται σε ταχύτητες άνω των 500 MB/s. Το drive έρχεται με εγγύηση ShieldPlus 3 χρόνων (έως 219 GB/ημέρα) ενώ δεν περιλαμβάνει κανένα παρελκόμενο στη συσκευασία.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το συγκεκριμένο SSD τρέχει για διάστημα ενός χρόνου το πρόγραμμα HwBox OCZ Test Team, μέσου του οποίου μπορείτε να διαβάζετε την εμπειρία διαφόρων χρηστών που δοκιμάζουν το Trion 100 σε ένα εύρος καθημερινών εργασιών, όπως 3D Modeling, Development, CAD, Office κτλ.
ARC 100
Το ARC αποτελεί το δεύτερο οικονομικό SSD της OCZ, ερχόμενο ουσιαστικά να καλύψει την αδυναμία του Trion στις ταχύτητες εγγραφής μεγάλων αρχείων. Άλλες διαφορές μεταξύ των δύο υφίστανται σε επίπεδο ελεγκτή, όπου το Trion φέρει έναν της Toshiba ενώ το ARC χρησιμοποιεί τον OCZ Barefoot 3. Πρακτικά όμως, η μοναδική διαφοροποίηση που μπορεί να γίνει αισθητή είναι αυτή των χαμηλών ταχυτήτων εγγραφής. Όμοια με το Trion, το ARC καλύπτεται από την ίδια εγγύηση ShieldPlus 3 χρόνων (έως 20 GB/ημέρα), ενώ ούτε αυτό περιλαμβάνει παρελκόμενα στη συσκευασία προκειμένου να διατηρηθεί το κόστος χαμηλά.
Vertex 460A
Συγκρίνοντας το Vertex 460A με το ARC 100 θα μπορούσε να πει κανείς πως τα δύο είναι πανομοιότυπα drive με τις όποιες διαφορές να βρίσκονται περισσότερο σε επίπεδο firmware και παρελκόμενων. Οι διαφορές σε επίπεδο firmware επιτρέπουν λίγο υψηλότερες ταχύτητες ανάγνωσης και εγγραφής ενώ καθιστούν το drive ικανό να πραγματοποιεί περισσότερες διεργασίες το δευτερόλεπτο. Αυτό αν και σε ένα καθημερινό περιβάλλον δεν έχει μεγάλη σημασία, επιταχύνει τις διεργασίες όταν ζητηθεί από τον υπολογιστή να διαβάσει ή γράψει πολλά αρχεία μικρού μεγέθους. Τέτοιο περιβάλλον θα μπορούσαν να αποτελέσουν διάφορες πλατφόρμες Development, όπου υπάρχει η ανάγκη ανάγνωσης/εγγραφής πολλών αρχείων. Από πλευράς εγγύησης συναντάμε την ίδια εγγύηση τριών χρόνων ShieldPlus (έως 20 GB/ημέρα), ενώ πλέον τη συσκευασία συνοδεύουν ένα λογισμικό cloning της Acronis καθώς και ένας αντάπτορας 2.5” σε 3.5”. Το cloning software δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας μιας «εικόνας» του υπάρχοντος δίσκου ή drive που διαθέτουν οι χρήστες, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στο νέο SSD χωρίς να απαιτείται καθαρή εγκατάσταση του λειτουργικού συστήματος.
Radeon R7
Αυτό το SSD αποτελεί μέρος της προσπάθειας της AMD να προωθήσει μία σειρά δικών της προϊόντων που να ταιριάζουν θεματικά με PC που τρέχουν AMD CPU/GPU και ίσως RAM υποσυστήματα. Για το λόγο αυτό συνέπραξε με την OCZ, η οποία από την πλευρά της παρέδωσε το τότε high-end SSD της Vector 150 (Aug. 2014), τοποθετώντας του μάλιστα τις 2ης γενιάς μνήμες της Toshiba, οι οποίες βρίσκονται πλέον σε όλα τα drives που έχουμε ήδη αναφερθεί. Το τελικό προϊόν ονομάστηκε Radeon R7 και φέρει βέβαια τα χρώματα της AMD, ενώ από πλευράς επιδόσεων το drive είναι ταχύτερο από το Vertex 460A, και έχοντας ενσωματωμένη την ταχύτερη εκδοχή του Barefoot 3 (M00) προσφέρει καλύτερες επιδόσεις. Η εγγύηση αυξάνεται στα 4 χρόνια ShieldPlus (έως 30 GB/ημέρα), ενώ το cloning software και ο 2.5” σε 3.5” αντάπτορας συνεχίζουν να συνοδεύουν το drive.
Πρακτικά, ο μοναδικός λόγος που αξίζει πλέον να αγοράσει κανείς το Radeon R7 έναντι του καλύτερου από πλευράς χαρακτηριστικών Vector 180 είναι εάν επιδιώκει να «ντύσει» ένα σύστημα στα χρώματα της AMD.
Vector 180
Το συγκεκριμένο drive συγκαταλέγεται στα δύο ταχύτερα SSD που έχει να προσφέρει η εταιρεία στο consumer market. Ενσωματώνει τον πιο γρήγορο ελεγκτή της εταιρείας, σε συνδυασμό με ένα τροποποιημένο firmware ώστε να προσφέρει λίγο καλύτερες επιδόσεις από το Radeon R7. Η πραγματική διαφοροποίηση όμως μεταξύ των δύο είναι το Power Failure Management+ (PFM+), το οποίο προστατεύει το drive και τα δεδομένα που έχουν γραφεί σε αυτό σε περίπτωση διακοπής ρεύματος. Απευθύνεται κυρίως σε χρήστες που ασχολούνται με Graphic Design, θέλοντας όμως ταυτόχρονα να αισθάνονται σιγουριά για την ακεραιότητα των δεδομένων τους. Μειονέκτημα του drive αποτελεί μία συνέπεια του PFM+, η οποία σε περίπτωση εγγραφής μεγάλων αρχείων εμφανίζει πτώση της ταχύτητας εγγραφής στο μισό για ένα δευτερόλεπτο. Πρακτικά όμως, το παραπάνω δε φέρει κάποιο αντίκτυπο στην καθημερινή χρήση του SSD.
Η εγγύηση με την οποία συνοδεύεται το Vector 180 είναι η μέγιστη που μπορεί να βρει κανείς από την OCZ και ανέρχεται στα 5 χρόνια ShieldPlus (έως 50 GB/ημέρα). Ως παρελκόμενα υπάρχουν η άδεια του Acronis True Image καθώς και ο 2.5” σε 3.5” αντάπτορας.
RevoDrive 350
Εάν αναφερόμασταν σε τυπικούς χρήστες τότε σίγουρα θα μπορούσαμε να αποκλείσουμε από τη συζήτηση το RevoDrive 350 γιατί μόνο σε αυτούς δεν απευθύνεται. Πρόκειται για μια υλοποίηση η οποία έχει δανειστεί το σχεδιασμό της από την enterprise σειρά προϊόντων της εταιρείας και συγκεκριμένα το Z-Drive 4500. Συνδυάζει 4 ελεγκτές SandForce SF-2282, δημιουργώντας έτσι μιας μορφής έτοιμου και πιο εύκολου στην εφαρμογή RAID 0. Απευθύνεται κυρίως σε εφαρμογές 3D Graphics καθώς και Audio/Video Editing, δηλαδή σε εφαρμογές που διαχειρίζονται τόσο μεγάλα αρχεία όσο και πολλές διεργασίες ταυτόχρονα. Σε αυτό συμβάλουν οι σειριακές ταχύτητες ανάγνωσης και εγγραφής των 1800 MB/s και 1700 MB/s αντίστοιχα. Βεβαίως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και ως μέσο αποθήκευσης για κάποιον home ή small business server, χρειάζεται όμως προσοχή στο μέγεθος των εγγραφών/ημέρα καθώς στην 3 χρόνων εγγύησή της (όχι ShieldPlus), η OCZ καλύπτει έως 50 GB/ημέρα. Μειονέκτημα του drive αποτελεί το γεγονός ότι δεν υποστηρίζει UEFI boot, από την άλλη όμως είναι bootable σε όλα τα συστήματα φορτώνοντας του κατάλληλους drivers κατά την εγκατάσταση του λειτουργικού.
Ολοκληρώνοντας την αναφορά στα consumer SSD αξίζει να παρουσιάσουμε και τον ακόλουθο συγκριτικό πίνακα με τα χαρακτηριστικά τους.
Έχοντας πλέον μια καλή εικόνα για τη σειρά προϊόντων της εταιρείας για τυπικούς χρήστες, αξίζει να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στο μέλλον, το οποίο έχει ήδη αρχίσει να υλοποιείται στη σειρά των εταιρικών προϊόντων. Στην περιήγηση που θα κάνουμε θα συναντήσουμε γνώριμες τεχνολογίες καθώς και ελεγκτές, οι οποίοι έχουν ήδη δοκιμαστεί τα προηγούμενα χρόνια και έχουν αποδειχθεί αρκετά σταθεροί ώστε να χρησιμοποιηθούν στην πιο υψηλών απαιτήσεων κατηγορία, τόσο ως προς την προβλέψιμη συμπεριφορά τους, όσο και ώστε να ανταποκρίνονται σε πιο συγκεκριμένα σενάρια χρήσης.
Το πιο οικονομικό SSD της enterprise κατηγορίας αποτελεί αυτό το οποίο προορίζεται για hyperscale computing, δηλαδή για περιβάλλον το οποίο προσαρμόζεται (είναι scalable) στις απαιτήσεις στην εκάστοτε χρονική περίοδο. Εν γένει αυτές οι απαιτήσεις σε πόρους αυξάνονται πολύ γρήγορα και για το λόγο αυτό απαιτείται οικονομικό και προβλέψιμο ως προς τη συμπεριφορά hardware που να λειτουργεί σε «ομάδες». Στο hyperscale computing στηρίζονται τα μεγαλύτερα data centers ανά τον κόσμο που φιλοξενούν ιστοχώρους όπως π.χ. της Google, του Facebook κτλ., καθώς και πολλές υπηρεσίες cloud.
Το drive αυτό ονομάζεται Saber 1000, και κοιτώντας τα χαρακτηριστικά του μπορούμε να δούμε ότι είναι πλήρως πανομοιότυπο με το Vector 180, όντας όμως προσαρμοσμένο σε επίπεδο firmware περισσότερο προς τις αναγνώσεις, και έχοντας παράλληλα ως στόχο τη σταθερότητα των επιδόσεων σε συνεχή λειτουργία. Μάλιστα χρησιμοποιεί την ίδια τεχνολογία PFM+ που είδαμε και στο Vector 180 ώστε σε περίπτωση διακοπής ρεύματος να μην τεθεί μόνιμα εκτός λειτουργίας.
Ανεβαίνοντας ένα σκαλοπάτι βρίσκουμε τη σειρά Intrepid η οποία βασίζεται στη δοκιμασμένη πλατφόρμα Everest 2 (Marvel controller και OCZ Enterprise Firmware), η οποία χρησιμοποιήθηκε πρώτα στο Vertex 4 με consumer όμως firmware. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε πως τα enterprise SSD έχουν βελτιστοποιηθεί ώστε να έχουν μεγαλύτερη αντοχή σε επίπεδο εγγραφών, πράγμα που αποτελεί άμεση συνέπεια των απαιτήσεων του περιβάλλοντος λειτουργίας τους. Θα παρατηρήσουμε επιπλέον ότι η αντοχή των SSD μετράτε πλέον σε DWPD (Drive Writes Per Day) για κάποια χρόνια, σε αντίθεση με τα GB/day που έχουν τα client Solid State Drives. Παρέχουν δηλαδή την αντοχή των drive σε σχέση με το πόσες φορές μπορεί να γραφεί ένα SSD πλήρως ανά ημέρα.
Το Intrepid έρχεται με μνήμες eMLC (Enterprise MLC) της Toshiba σε δύο παραλλαγές. Η πρώτη επιτρέπει 1.0 DWPD (Intrepid 3700), ενώ η δεύτερη 4.0 DWPD (Intrepid 3800). Επιπλέον, συναντάμε σε όλη τη σειρά και πρόσθετες τεχνολογίες εξασφάλισης της ακεραιότητας των δεδομένων, όπως για παράδειγμα το PLP, που αντιπροσωπεύει το επόμενο στάδιο του PFM+. Αντιστοιχεί στο Power Loss Protection (PLP) και σε αντίθεση με το PFM+, το οποίο δεν επιτρέπει την ολοκλήρωση εγγραφών που βρίσκονται σε εξέλιξη, το PLP παρέχει την απαραίτητη ενέργεια ώστε αυτές να ολοκληρωθούν και τα δεδομένα να γραφούν σε κελιά μνήμης.
Αν και όλα τα παραπάνω enterprise drives επιτυγχάνουν τη σύνδεσή τους με τους server διαμέσου θυρών SATA, υπάρχει και ένα μοντέλο που χρησιμοποιεί τις PCI Express θύρες. Αυτό φέρει την ονομασία Z-Drive 4500, ενώ μερικά από τα χαρακτηριστικά του αποτελούν οι πολύ υψηλές ταχύτητες σειριακής ανάγνωσης και εγγραφής, που έχουν εκτοξευτεί στα 2900 MB/s και 2200 MB/s αντίστοιχα.
Κλείνοντας, η σειρά των enterprise SSD ολοκληρώνεται από το Z-Drive 6000 το οποίο ενσωματώνει το πρωτόκολλο επικοινωνίας NVMe, που αποτελεί και το μέλλον του storage και για την αγορά των «τυπικών» καταναλωτών. Το NVMe σε αντίθεση με το SAS και το AHCI, έχει σχεδιαστεί εξʼ αρχής με τα SSD κατά νου, φέροντας στο τραπέζι χαρακτηριστικά όπως πολλαπλά queues με πολλαπλά queue depths που θα επιτρέψουν στα SSD να λειτουργήσουν στα όρια των πραγματικών τους δυνατοτήτων κυρίως στο enterprise περιβάλλον. Συνοπτικά, η παρακάτω εικόνα συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά του Z-Drive 6000.
Κλείνοντας αυτό το άρθρο θα μπορούσαμε να πούμε ότι προσπαθήσαμε να δώσουμε μία καλή ιδέα αναφορικά με τις σειρές προϊόντων που διαθέτει η OCZ, τα χαρακτηριστικά που αυτές ενσωματώνουν καθώς και το που απευθύνεται η καθεμία. Ταυτόχρονα, περιηγηθήκαμε και στο enterprise segment όπου υπάρχουν υλοποιήσεις που θα αποτελέσουν την κατεύθυνση στην οποία θα κινηθεί και η αγορά των consumers στο άμεσο μέλλον. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι με την πρόσβαση της OCZ πλέον και σε περισσότερους πόρους αλλά και σε τεχνογνωσία, οι υλοποιήσεις που έρχονται στο άμεσο μέλλον θα είναι σίγουρα ενδιαφέρουσες.
E||hnas
Ωραια παρουσιαση, μαζεμενα και τακτοποιημενα ολα με τη σειρα που πρεπει.
Οποιος πει οτι δεν γνωριζε θα ειναι ψευτης !
GregEl
Πολύ ωραίο άρθρο για το lineup της OCZ και χρήσιμο για εμάς που θέλουμε να εξηγήσουμε σε άπειρους-αρχάριους τις διαφορές μεταξύ των διάφορων μοντέλων SSD. Κάτι αντίστοιχο σε style 950 pro m2 δεν θα βγάλει η OCZ;
chris2005dim
Κάτι αντίστοιχο σε style 950 pro m2 δεν θα βγάλει η OCZ;
Έρχεται σύντομα: http://www.hwbox.gr/news-ssd/41745-o-ocz-revodrive-400-ssd-katafthanei-sto-q4-tou-2015-a.html!