Vengeance 2000 Wireless 7.1 Gaming Headset Review: No More Cables!
Στις εισαγωγές για τα review προϊόντων του HwBox, υπάρχει μία άτυπη συμφωνία μεταξύ των reviewers, να κινούμαστε κυρίως στον άξονα της εξοικείωσης των αναγνωστών με τον κατά περίπτωση κατασκευαστή και ακολούθως με το συγκεκριμένο μοντέλο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, αυτή η συνταγή σίγουρα θα μας οδηγούσε σε μία πολύ κοινότοπη και βαρετή εισαγωγή και αυτό για δύο λόγους. Στις εισαγωγές για τα review προϊόντων του HwBox, υπάρχει μία άτυπη συμφωνία μεταξύ των reviewers, να κινούμαστε κυρίως στον άξονα της εξοικείωσης των αναγνωστών με τον κατά περίπτωση κατασκευαστή και ακολούθως με το συγκεκριμένο μοντέλο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, αυτή η συνταγή σίγουρα θα μας οδηγούσε σε μία πολύ κοινότοπη και βαρετή εισαγωγή και αυτό για δύο λόγους.
Αφενός, αν θέλουμε να σας συστήσουμε την εταιρία, το πράγμα είναι από μόνο του κάπως κωμικό μιας και η Corsair είναι μία εταιρία που και μας έχει απασχολήσει εκτενώς στο παρελθόν, αλλά και έχει κάνει τέτοιο πάταγο σε τόσα πολλά κομμάτια της αγοράς, που είναι μάλλον αφελές να θεωρήσουμε ότι δεν την γνωρίζετε. Είναι σχεδόν αφελές ακόμα και να υποθέσουμε ότι δεν είχατε ποτέ κάποιο προϊόν της: ένα set από μνήμες της, κάποιο τροφοδοτικό ή έστω ένα USB Flash drive της. Οπότε οι συστάσεις για την εταιρία, φαίνεται να περιττεύουν.
Αφετέρου, αν θελήσουμε να ξεκινήσουμε για το συγκεκριμένο προϊόν και πάλι είμαστε σίγουροι ότι έχετε καταλάβει ότι όπου βλέπετε "Vengeance" πρόκειται για την gamer's friendly σειρά προϊόντων της Corsair, καθώς και ότι πολλοί από σας θα θυμούνται και παλιότερα review κάποιων headsets της συγκεκριμένης σειράς. Τότε μας είχε απασχολήσει το αναλογικό Vengeance 1300 και το σχεδόν αντίστοιχο σε επιδόσεις Vengeance 1500 7.1 το οποίο αντί των κλασικών αναλογικών jack, είχε USB connector στην άκρη του καλωδίου του.
Το τελευταίο, αυτό το καλώδιο δηλαδή, έμελλε να είναι και το σημείο γύρω από το οποίο η Corsair θα εξέλισσε και θα ανέπτυσσε το νέο μέλος, και flagship, της σειράς των Vengeance Headsets. Ναι, καλά καταλάβατε, το νέο Vengeance 2000 Wireless 7.1 Gaming Headset (SKU# CA-9011115-NA) είναι ασύρματο και αν κρίνουμε από τον παρακάτω πίνακα με τα συγκεντρωτικά χαρακτηριστικά του, ίσως να είναι ένα πολύ ενδιαφέρον πακέτο για τον ανήσυχο gamer, αλλά και όχι μόνο.
Το κουτί των Vengeance 2000 είναι αρκετά εντυπωσιακό, με χρωματισμούς ανάμεσα σε μαύρο και κόκκινο, ένα παράθυρο στη δεξιά του πλευρά ενώ στο κέντρο φιγουράρει το ασύρματο USB dongle που δίνει ζωή στο headset. Στο πλάι υπάρχουν τεχνικά χαρακτηριστικά σε έξι διαφορετικές γλώσσες ενώ στο πίσω μέρος συναντάμε τις highlighted αρετές τις συσκευής, στις ίδιες και πάλι γλώσσες. Εντός, θα βρείτε το headset, μερικές οδηγίες για το direct RMA καθώς και ένα χαρτί που σας ενημερώνει για το που θα βρείτε το απαραίτητο software, μιας και δεν υπάρχει αντίστοιχο DVD. Ακόμα, υπάρχει manual, δυστυχώς χωρίς Ελληνικά, ενώ δεν παρέχεται κάποια θήκη / πουγκί για την μεταφορά ούτε ανταλλακτικά ear pads, αν και μπορείτε να αφαιρέσετε τα υπάρχοντα, συμφωνά με τις οδηγίες στο σχετικό έντυπο. Μαζί με το USB καλώδιο της φόρτισης του headset, θα βρείτε και μία επέκταση USB με βάση, ώστε να μην "καταχωνιάσετε" το ασύρματο dongle πίσω από τον υπολογιστή σας και έτσι μειώσετε την εμβέλεια ή ίσως εκθέσετε σε παρεμβολές κάποιας wifi κάρτας, το σήμα σας. Αν οι παρατηρητικοί εντοπίσατε την μικρή τρύπα στο dongle και αναρωτιέστε τι προσφέρει, θα σας πούμε ότι πρόκειται για ένα pairing button το οποίο, με την βοήθεια ενός συνδετήρα και των οδηγιών, μπορεί να σας φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε περιπτώσεις διενέξεων των σημάτων στον χώρο σας.
Το σώμα των ακουστικών αρκετά ελαφρύ και το βάρος αυτό, είναι καλά ζυγισμένο και στις δύο πλευρές. Υπάρχει ρύθμιση που θα καλύψει και τα μεγαλύτερα κεφάλια και ασημένιες λεπτομέρειες στους βραχίονες των ακουστικών και στο μικρόφωνο, ενώ στο αριστερό ακουστικό, θα βρείτε ένα μεταλλικό περιστροφικό ρυθμιστικό για την ένταση, ακριβώς από πάνω ένα γαλάζιο led σε ρόλο status indicator και ακόμα πιο πάνω ένα power button. Με μια πιο προσεκτική ματιά, εντοπίζουμε και κάποιες γαλάζιες λεπτομέρειες στην ραφή στο επάνω μέρος και στην περιφέρεια των ear pads. Τα τελευταία, δεν θα φέρουν "αντιρρήσεις" αν φοράτε γυαλιά, ενώ έχουν πολύ μαλακό και φιλικό υλικό που μαζί με τον memory foam στο επάνω μέρος, διασφαλίζουν ένα πολύ σίγουρο αλλά ταυτόχρονα ξεκούραστο φώλιασμα σε μικρά ή και μεγαλύτερα κεφάλια. Δοκιμάζοντας τα για μία ολόκληρη μέρα, το συμπέρασμα ήταν ότι η εργονομία κινείται σε πολύ καλά επίπεδα και δεν θα απασχολήσει τον επίδοξο αγοραστή. Το μικρόφωνο κατεβαίνει σε πολύ σωστή θέση, αλλά δεν διαθέτει mute button (όπως τα μικρότερα αδέρφια του) αλλά mutάρει μόνο του όταν το boom είναι σηκωμένο! Η υποδοχή φόρτισης αναβοσβήνει κόκκινη ή μένει πράσινη ανάλογα το στάδιο της φόρτισης της Lithium Ion μπαταρίας. Το τελευταίο είναι άκρως απαραίτητο μία και το software, την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν θα σας διαθέσει καμία πληροφορία σχετικά με την κατάσταση της μπαταρίας ή τους κύκλους φόρτισής της.
Έχοντας ρίξει μία πρώτη καλή ματιά, πάμε στην επόμενη σελίδα να δούμε τα της εγκατάστασης, πριν προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε την όλη εμπειρία μας, από τις ακροάσεις.
Η εγκατάσταση των Vengeance 2000 είναι αρκετά απροβλημάτιστη ακόμα και αν σας ξενίσει το γεγονός ότι δεν θα βρείτε συνοδευτικό DVD εντός της συσκευασίας. Για να είμαστε ειλικρινείς μας αρέσει αυτή η επιλογή, γιατί έτσι ο κάθε χρήστης θα αναγκαστεί να βάλει την τελευταία up to date εκδοχή των προγραμμάτων της Corsair και θα γλυτώσει από bugs κάποιας παλιότερης έκδοσης, που ίσως να υπήρχε σε ένα συνοδευτικό DVD.
Κατέβασμα από την σελίδα του προϊόντος, μερικά "next" και ένα restart αργότερα και είστε έτοιμοι για ασύρματες ακροάσεις. Προσπαθήσαμε αρκετά να σαμποτάρουμε την εγκατάσταση έχοντας σε αρκετά κοντινή απόσταση ένα κινητό (που μιλούσε με τον τηλεφωνητή) καθώς και ένα δεύτερο smart phone που χρησιμοποιούσε το wifi του. Και για να προσεγγίσουμε το worst case scenario, ο υπολογιστής διέθετε και Bluetooth που εκείνη την στιγμή έκανε discovery για κοντινές συσκευές. Τρία διαφορετικά δικά μας σήματα (και ποιος ξέρει και πόσα άλλα routers από τα γειτονικά κτήρια) δεν ήταν αρκετά για να αποσυντονίσουν τα Vengeance 2000 από την 2.4GHz μπάντα τους και να μας αναγκάσουν να προβούμε σε pair διαδικασίες. Εντυπωσιαστήκαμε!
Στο Corsair Control Panel θα βρείτε ένα μάλλον τα βασικό: ένα στοιχειώδες EQ με μερικά presets, τις ρυθμίσεις εντάσεων μικροφώνου και ακουστικών καθώς και επιλογές για τον 7.1 ήχο, με την βοήθεια του CMedia Xear3D. Το πρόγραμμα δουλεύει καλά, χωρίς κολλήματα και καθυστερήσεις και χωρίς να καταναλώνει σημαντικά πολλούς πόρους αλλά αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι δεν θα μας πείραζε να βλέπαμε και μερικές ακόμα επιλογές, όπως estimated stand by time, την κατάσταση της μπαταρίας ή και γιατί όχι, επιλογές για το χρόνο του αυτόματου power off όταν τα ακουστικά δεν λαμβάνουν σήμα. Τα παραπάνω, εκτιμάμε ότι θα βελτίωναν αρκετά το user experience αλλά ίσως η λύση του audio processor της Averna (48kHz) (παρέα με το CMedia Xear3D για την head-related συνάρτηση μεταφοράς (HRTF)) απλά να περιόρισε τους μηχανικούς της Corsair.
Με τις παραπάνω σκέψεις κατά νου, ας περάσουμε στην σελίδα των δοκιμών, ώστε να δούμε αν τα Vengeance 2000 πράγματι δικαιούνται τον ρόλο του flagship, εις βάρος του πολύ καλού Vengeance 1500.
Για τις δοκιμές ακούσαμε από ασυμπίεστα FLAC συμφωνικής μουσικής, μέχρι και groovατα mp3 των 320kbps, αλλά και πολλά ακόμα είδη μουσικής. Επίσης δοκιμάσαμε αρκετούς τίτλους παιχνιδιών όπως το Crysis 2, το DiRT 3 και το Battlefield 3 και είδαμε ταινίες με διάφορα audio streams (AC3, DTS κτλ). Τέλος για το μικρόφωνο, δοκιμάσαμε το skype καθώς και να ηχογραφήσουμε μερικά κομμάτια ομιλίας για να ακούσουμε με λεπτομέρεια το αποτέλεσμα.
Πάμε να δούμε τι γίνεται στις επί μέρους περιοχές:
Συνολικά το δέσιμο είναι πολύ πετυχημένο και αν παίζεται σε σχετικά χαμηλές εντάσεις ίσως μπορείτε να κόψετε λιγάκι από τις χαμηλότερες μπάντες, ώστε να κερδίσετε σε διαύγεια σε συνομιλίες και μουσική. Με την ένταση ανεβασμένη, τυπική υπόθεση εργασίας, τα πράγματα ακόμα και με flat EQ ακούγονται σωστά. Δεν υπάρχουν "τρύπες" στην απόδοση ούτε υπερβολικά αχρωμάτιστες περιοχές. Στην surround λειτουργία τους, εντυπωσιάζουν στο stereo περιεχόμενό τους ενώ δεν "μπερδεύουν" και τα πολυκάναλα υλικά. Στο gaming η αίσθηση είναι πολύ "ευρεία" και η χρήση του surround σε παιχνίδια όπως το Crysis 2, το Dirt 3 ή ακόμα και το Battlefield 3 αποκτούν ένα άλλο "μέγεθος". Θα σας λέγαμε να το δοκιμάσετε, ακόμα και αν οι προηγούμενες "surround" εμπειρίες σας, δεν σας είχαν ενθουσιάσει.
Το μικρόφωνο, ενώ αρχικά υποθέσαμε ότι είναι το ίδιο με του 1500 μας έδωσε την εντύπωση ότι "απλώνετε" στις συχνότητες πιο σωστά και peakάρει δυσκολότερα. Αν πράγματι συμβαίνει αυτό τότε και πάλι μάλλον μιλάμε για κάποια software βελτίωση αν και αν προσέξετε, τα νούμερα της ευαισθησίας του (-37dB) διαφέρουν από αυτά του Vengeance 1500. O αέρας της αναπνοής δεν περνάει εύκολα ενώ το noise cancellation δουλεύει αρκετά ικανοποιητικά με τους μόνιμα υποβόσκοντες θορύβους (κίνηση, τηλεόραση κτλ) και μακράν λιγότερα ικανοποιητικά με τους αιφνίδιους θορύβους (κινητό που χτυπάει, κρότοι κτλ). Συνολικά, πολύ απροβλημάτιστο μικρόφωνο και αν έχετε κάποια webcam να είστε σίγουροι ότι πλέον θα προτιμάτε να χρησιμοποιείτε τα Vengeance 2000 σαν πηγή ήχου.
Και με τα του ήχου στην άκρη, πάμε να δούμε κάποιες διαπιστώσεις για την χρηστικότητα του Vengeance 2000 headset:
Τελευταία σελίδα στο review του Vengeance 2000 Wireless 7.1 Gaming Headset και ήρθε η ώρα για συμπεράσματα. Και ένα συμπέρασμα το οποίο προκύπτει αρκετά εύκολα είναι αυτό του placement του εν λόγω headset στην σειρά Vengeance σειρά της Corsair. To Vengeance 2000 ήρθε για να επιβληθεί στα Vengeance 1300 και 1500 και το κάνει. Προσφέρει άνετα ότι θα μας παρείχε και το Vengeance 1300 (εργονομία και ήχο), ότι θα μας παρείχε το 1500 (καλύτερα υλικά, looks και αποδέσμευση από την κάρτα ήχου) και πάει την υπόθεση ακόμα παραπέρα προσφέροντας ασύρματη λειτουργία. Και το πράγμα δεν σταματάει εδώ μιας και στις δοκιμές μας διαπιστώσαμε την ανωτερότητα (έστω και στα σημεία) του Vengeance 2000 σε σχέση με το 1500. Ένα flagship ολκής. 'Η μήπως ξεχνάμε κάτι;
Δεν ξέρουμε αν υπάρχει κάποιο αξίωμα του marketing που να ορίζει ότι τα flagship προϊόντα πρέπει πάντα να έχουν "αλμυρές" τιμές, πάντως εν προκειμένω, ο μεγάλος ροζ ελέφαντας είναι ακριβώς αυτός που υποψιάζεστε: η τιμή. Στα $149.99, ο απλός ενθουσιασμός του "Τα θέλω!" οφείλει να κάνει μια παύση και να παραμερίσει την θέση του στη λογική, η οποία με τις σειρά τις θα εξετάσει τις εναλλακτικές και το τι πληρώνετε με αυτά τα χρήματα. Με τον ανταγωνισμό (Logitech, Razer κ.α.) να τοποθετεί τα αντίστοιχα μοντέλα του σε παρεμφερείς τιμές και ξέροντας ότι τα Vengeance 2000 αποδίδουν πραγματικά καλά, το θέμα "εναλλακτικές" κινείται μάλλον στην σφαίρα του υποκειμενικού. Το "τι πληρώνετε με αυτά τα χρήματα" από την άλλη, είναι σαφώς αντικειμενικό και πρόδηλο: Πληρώνετε το wireless!
Η ασύρματη λειτουργία, με ότι αυτή συνεπάγεται (πομποί, δέκτες, μπαταρίες κτλ) κοστίζει. Και είναι αναπόφευκτο ότι το κόστος αυτό, μετακυλίεται στον καταναλωτή. Από την στιγμή που αποφασίσετε ότι η wireless χρήση είναι ένα feature που θέλετε, κάθε σύγκριση με τιμές ενσύρματων ακουστικών και headsets καταλήγει άτοπη. Οπότε, με αυτή την παραδοχή και με την τιμή στην άκρη, τι άλλο πληρώνετε με αυτά τα χρήματα;
Πληρώνετε ένα πολύ όμορφο, ποιοτικό, λειτουργικό και ηχητικά δεμένο headset που είναι πραγματικά δύσκολο να σας απογοητεύσει. Ένα headset που δεν θα απαιτήσει κάρτες και ενισχυτές και θα αποδώσει παντού και πάντα με εξαιρετικά αποτελέσματα. Και για να το θέσουμε και με ορολογία Corsair, αγοράζετε ένα βελτιωμένο στα σημεία Vengeance 1500 που είναι και επιπλέον ασύρματο. Αν η wireless λειτουργία είναι "εκ των ων ουκ άνευ" για εσάς, δεν θα διστάσουμε στιγμή να σας τα προτείνουμε.
Αφενός, αν θέλουμε να σας συστήσουμε την εταιρία, το πράγμα είναι από μόνο του κάπως κωμικό μιας και η Corsair είναι μία εταιρία που και μας έχει απασχολήσει εκτενώς στο παρελθόν, αλλά και έχει κάνει τέτοιο πάταγο σε τόσα πολλά κομμάτια της αγοράς, που είναι μάλλον αφελές να θεωρήσουμε ότι δεν την γνωρίζετε. Είναι σχεδόν αφελές ακόμα και να υποθέσουμε ότι δεν είχατε ποτέ κάποιο προϊόν της: ένα set από μνήμες της, κάποιο τροφοδοτικό ή έστω ένα USB Flash drive της. Οπότε οι συστάσεις για την εταιρία, φαίνεται να περιττεύουν.
Αφετέρου, αν θελήσουμε να ξεκινήσουμε για το συγκεκριμένο προϊόν και πάλι είμαστε σίγουροι ότι έχετε καταλάβει ότι όπου βλέπετε "Vengeance" πρόκειται για την gamer's friendly σειρά προϊόντων της Corsair, καθώς και ότι πολλοί από σας θα θυμούνται και παλιότερα review κάποιων headsets της συγκεκριμένης σειράς. Τότε μας είχε απασχολήσει το αναλογικό Vengeance 1300 και το σχεδόν αντίστοιχο σε επιδόσεις Vengeance 1500 7.1 το οποίο αντί των κλασικών αναλογικών jack, είχε USB connector στην άκρη του καλωδίου του.
Το τελευταίο, αυτό το καλώδιο δηλαδή, έμελλε να είναι και το σημείο γύρω από το οποίο η Corsair θα εξέλισσε και θα ανέπτυσσε το νέο μέλος, και flagship, της σειράς των Vengeance Headsets. Ναι, καλά καταλάβατε, το νέο Vengeance 2000 Wireless 7.1 Gaming Headset (SKU# CA-9011115-NA) είναι ασύρματο και αν κρίνουμε από τον παρακάτω πίνακα με τα συγκεντρωτικά χαρακτηριστικά του, ίσως να είναι ένα πολύ ενδιαφέρον πακέτο για τον ανήσυχο gamer, αλλά και όχι μόνο.
[CENTER]Headphones [/CENTER] | Frequency Response: 20Hz to 20kHz |
Impedance: 32 Ohms @ 1kHz | |
Sensitivity: 105dB (+/-3dB) | |
Drivers: 50mm | |
Wireless range: up to 40 feet (12m) | |
Connector: USB Type A | |
USB power consumption: 500mW | |
Microphone | Type: Unidirectional noise-cancelling condenser with adjustable, rotating boom |
Impedance: 2.2k Ohms | |
Frequency Response: 100Hz to 10kHz | |
Sensitivity: -37dB (+/-3dB) | |
Warranty | Two years |
Φωτογραφίες και πρώτες εντυπώσεις από το headset, στην επόμενη σελίδα!
Το κουτί των Vengeance 2000 είναι αρκετά εντυπωσιακό, με χρωματισμούς ανάμεσα σε μαύρο και κόκκινο, ένα παράθυρο στη δεξιά του πλευρά ενώ στο κέντρο φιγουράρει το ασύρματο USB dongle που δίνει ζωή στο headset. Στο πλάι υπάρχουν τεχνικά χαρακτηριστικά σε έξι διαφορετικές γλώσσες ενώ στο πίσω μέρος συναντάμε τις highlighted αρετές τις συσκευής, στις ίδιες και πάλι γλώσσες. Εντός, θα βρείτε το headset, μερικές οδηγίες για το direct RMA καθώς και ένα χαρτί που σας ενημερώνει για το που θα βρείτε το απαραίτητο software, μιας και δεν υπάρχει αντίστοιχο DVD. Ακόμα, υπάρχει manual, δυστυχώς χωρίς Ελληνικά, ενώ δεν παρέχεται κάποια θήκη / πουγκί για την μεταφορά ούτε ανταλλακτικά ear pads, αν και μπορείτε να αφαιρέσετε τα υπάρχοντα, συμφωνά με τις οδηγίες στο σχετικό έντυπο. Μαζί με το USB καλώδιο της φόρτισης του headset, θα βρείτε και μία επέκταση USB με βάση, ώστε να μην "καταχωνιάσετε" το ασύρματο dongle πίσω από τον υπολογιστή σας και έτσι μειώσετε την εμβέλεια ή ίσως εκθέσετε σε παρεμβολές κάποιας wifi κάρτας, το σήμα σας. Αν οι παρατηρητικοί εντοπίσατε την μικρή τρύπα στο dongle και αναρωτιέστε τι προσφέρει, θα σας πούμε ότι πρόκειται για ένα pairing button το οποίο, με την βοήθεια ενός συνδετήρα και των οδηγιών, μπορεί να σας φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε περιπτώσεις διενέξεων των σημάτων στον χώρο σας.
Το σώμα των ακουστικών αρκετά ελαφρύ και το βάρος αυτό, είναι καλά ζυγισμένο και στις δύο πλευρές. Υπάρχει ρύθμιση που θα καλύψει και τα μεγαλύτερα κεφάλια και ασημένιες λεπτομέρειες στους βραχίονες των ακουστικών και στο μικρόφωνο, ενώ στο αριστερό ακουστικό, θα βρείτε ένα μεταλλικό περιστροφικό ρυθμιστικό για την ένταση, ακριβώς από πάνω ένα γαλάζιο led σε ρόλο status indicator και ακόμα πιο πάνω ένα power button. Με μια πιο προσεκτική ματιά, εντοπίζουμε και κάποιες γαλάζιες λεπτομέρειες στην ραφή στο επάνω μέρος και στην περιφέρεια των ear pads. Τα τελευταία, δεν θα φέρουν "αντιρρήσεις" αν φοράτε γυαλιά, ενώ έχουν πολύ μαλακό και φιλικό υλικό που μαζί με τον memory foam στο επάνω μέρος, διασφαλίζουν ένα πολύ σίγουρο αλλά ταυτόχρονα ξεκούραστο φώλιασμα σε μικρά ή και μεγαλύτερα κεφάλια. Δοκιμάζοντας τα για μία ολόκληρη μέρα, το συμπέρασμα ήταν ότι η εργονομία κινείται σε πολύ καλά επίπεδα και δεν θα απασχολήσει τον επίδοξο αγοραστή. Το μικρόφωνο κατεβαίνει σε πολύ σωστή θέση, αλλά δεν διαθέτει mute button (όπως τα μικρότερα αδέρφια του) αλλά mutάρει μόνο του όταν το boom είναι σηκωμένο! Η υποδοχή φόρτισης αναβοσβήνει κόκκινη ή μένει πράσινη ανάλογα το στάδιο της φόρτισης της Lithium Ion μπαταρίας. Το τελευταίο είναι άκρως απαραίτητο μία και το software, την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν θα σας διαθέσει καμία πληροφορία σχετικά με την κατάσταση της μπαταρίας ή τους κύκλους φόρτισής της.
Έχοντας ρίξει μία πρώτη καλή ματιά, πάμε στην επόμενη σελίδα να δούμε τα της εγκατάστασης, πριν προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε την όλη εμπειρία μας, από τις ακροάσεις.
Η εγκατάσταση των Vengeance 2000 είναι αρκετά απροβλημάτιστη ακόμα και αν σας ξενίσει το γεγονός ότι δεν θα βρείτε συνοδευτικό DVD εντός της συσκευασίας. Για να είμαστε ειλικρινείς μας αρέσει αυτή η επιλογή, γιατί έτσι ο κάθε χρήστης θα αναγκαστεί να βάλει την τελευταία up to date εκδοχή των προγραμμάτων της Corsair και θα γλυτώσει από bugs κάποιας παλιότερης έκδοσης, που ίσως να υπήρχε σε ένα συνοδευτικό DVD.
Κατέβασμα από την σελίδα του προϊόντος, μερικά "next" και ένα restart αργότερα και είστε έτοιμοι για ασύρματες ακροάσεις. Προσπαθήσαμε αρκετά να σαμποτάρουμε την εγκατάσταση έχοντας σε αρκετά κοντινή απόσταση ένα κινητό (που μιλούσε με τον τηλεφωνητή) καθώς και ένα δεύτερο smart phone που χρησιμοποιούσε το wifi του. Και για να προσεγγίσουμε το worst case scenario, ο υπολογιστής διέθετε και Bluetooth που εκείνη την στιγμή έκανε discovery για κοντινές συσκευές. Τρία διαφορετικά δικά μας σήματα (και ποιος ξέρει και πόσα άλλα routers από τα γειτονικά κτήρια) δεν ήταν αρκετά για να αποσυντονίσουν τα Vengeance 2000 από την 2.4GHz μπάντα τους και να μας αναγκάσουν να προβούμε σε pair διαδικασίες. Εντυπωσιαστήκαμε!
Στο Corsair Control Panel θα βρείτε ένα μάλλον τα βασικό: ένα στοιχειώδες EQ με μερικά presets, τις ρυθμίσεις εντάσεων μικροφώνου και ακουστικών καθώς και επιλογές για τον 7.1 ήχο, με την βοήθεια του CMedia Xear3D. Το πρόγραμμα δουλεύει καλά, χωρίς κολλήματα και καθυστερήσεις και χωρίς να καταναλώνει σημαντικά πολλούς πόρους αλλά αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι δεν θα μας πείραζε να βλέπαμε και μερικές ακόμα επιλογές, όπως estimated stand by time, την κατάσταση της μπαταρίας ή και γιατί όχι, επιλογές για το χρόνο του αυτόματου power off όταν τα ακουστικά δεν λαμβάνουν σήμα. Τα παραπάνω, εκτιμάμε ότι θα βελτίωναν αρκετά το user experience αλλά ίσως η λύση του audio processor της Averna (48kHz) (παρέα με το CMedia Xear3D για την head-related συνάρτηση μεταφοράς (HRTF)) απλά να περιόρισε τους μηχανικούς της Corsair.
Με τις παραπάνω σκέψεις κατά νου, ας περάσουμε στην σελίδα των δοκιμών, ώστε να δούμε αν τα Vengeance 2000 πράγματι δικαιούνται τον ρόλο του flagship, εις βάρος του πολύ καλού Vengeance 1500.
Για τις δοκιμές ακούσαμε από ασυμπίεστα FLAC συμφωνικής μουσικής, μέχρι και groovατα mp3 των 320kbps, αλλά και πολλά ακόμα είδη μουσικής. Επίσης δοκιμάσαμε αρκετούς τίτλους παιχνιδιών όπως το Crysis 2, το DiRT 3 και το Battlefield 3 και είδαμε ταινίες με διάφορα audio streams (AC3, DTS κτλ). Τέλος για το μικρόφωνο, δοκιμάσαμε το skype καθώς και να ηχογραφήσουμε μερικά κομμάτια ομιλίας για να ακούσουμε με λεπτομέρεια το αποτέλεσμα.
Πάμε να δούμε τι γίνεται στις επί μέρους περιοχές:
- High End
- Mid Range
- Low End
Ξεκινώντας με τα "ψηλά" και με νωπές ακόμα τις αναμνήσεις από τα Vengeance 1500 αλλά και το αναλογικό μικρο τους αδερφάκι (Vengeance 1300) οι εντυπώσεις είναι... εύρημα! Ενώ όπως έχουμε πει τα 50mm drivers δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να κάνουν θαύματα σε αυτές τις συχνότητες, τα Vengeance 2000 δείχνουν σαφώς ανώτερα από τα Vengeance 1500 στην συγκεκριμένη μπάντα. Ο ήχος είναι πιο φωτεινός ενώ ακόμα και σε περάσματα με χαμηλά στο "βάθος" της σκηνής, τα πρίμα παραμένουν με παρουσία χωρίς να χάνουν ιδιαίτερα τον εύρος τους. Πολύ ευχάριστη έκπληξη και μάλλον υποπτευόμαστε ότι κάποιο νέο firmware έχει κάνει πολύ σημαντική δουλειά, σε μία μπάντα που -ας μην γελιόμαστε- είναι πάντα το αδύναμο σημείων τέτοιων headsets.
Το δυνατό χαρτί όλων των Vengeance που έχουμε δοκιμάσει, δεν αλλάζει ούτε στα 2000. Τα 50mm drivers γεμίζουν πολύ όμορφα ακόμα και σε υψηλές εντάσεις και ο ήχος είναι αβίαστος και με όγκο. Ακόμα και σε γρήγορα περάσματα, ο ήχος παραμένει ευκρινής και με σχετικό "τσαμπουκά" ενώ αν το απόσπασμα είναι αρκετά σύνθετος το ψαγμένο αυτί θα αντιληφθεί μια σχετική ασάφεια στα "ορεινά" του middle. Τίποτα όμως προβληματικό και σαφώς τίποτα που θα απασχολούσε τον gamer, ο οποίος θα μείνει απόλυτα ικανοποιημένος από την απόδοση στο συγκεκριμένο εύρος τόσο στα παιχνίδια όσο και στην μουσική όπου η out of the box (επίπεδο EQ) ρύθμιση του headset είναι αρκετά σωστή και ίσως απλά να μπορεί να γίνει πιο ζεστή σε κιθάρες και ατάκα νότας, στα πλήκτρα, με λίγο ψάξημο στο equalizer.
Υπάρχει! Και είναι δυνατό. Έχει πολύ καλό κοντρόλ και η προς τα κάτω έκτασή του, ίσως να σας ξαφνιάσει θετικά. Και πάλι, δεν μιλάμε για ένα set που να μπορεί να εξαντλήσει τελείως τις κάτω περιοχές των αφτιών σας (όπως τα καλά high-end με τις τρομακτικές πιστότητες και τιμές) αλλά δεν θα λέγαμε με τίποτα ότι το Low End των Vengeance 2000 είναι περιορισμένο. Η μπότα σε κουνάει ευχάριστα και παραμορφωμένες αλλά και "καθαρές" κιθάρες δεν παρουσιάζουν ...ευτράπελα υπερβολικών τονισμών. Εδώ, η διαφορά από FLAC σε κουτσουρεμένο 128kbps MP3 μπορεί να γίνει απολύτως αντιληπτή. Όπως και έγινε με blind πείραμα δύο ατόμων και αποτελέσματα 4/5 και 5/5 (Μπράβο κύριε Σωτήρη!) αντίστοιχα. Ο gamer δε, θα έχει ακόμα ένα λόγο να επιδιώκει εκρήξεις και λοιπές θορυβώδεις δραστηριότητες.
Συνολικά το δέσιμο είναι πολύ πετυχημένο και αν παίζεται σε σχετικά χαμηλές εντάσεις ίσως μπορείτε να κόψετε λιγάκι από τις χαμηλότερες μπάντες, ώστε να κερδίσετε σε διαύγεια σε συνομιλίες και μουσική. Με την ένταση ανεβασμένη, τυπική υπόθεση εργασίας, τα πράγματα ακόμα και με flat EQ ακούγονται σωστά. Δεν υπάρχουν "τρύπες" στην απόδοση ούτε υπερβολικά αχρωμάτιστες περιοχές. Στην surround λειτουργία τους, εντυπωσιάζουν στο stereo περιεχόμενό τους ενώ δεν "μπερδεύουν" και τα πολυκάναλα υλικά. Στο gaming η αίσθηση είναι πολύ "ευρεία" και η χρήση του surround σε παιχνίδια όπως το Crysis 2, το Dirt 3 ή ακόμα και το Battlefield 3 αποκτούν ένα άλλο "μέγεθος". Θα σας λέγαμε να το δοκιμάσετε, ακόμα και αν οι προηγούμενες "surround" εμπειρίες σας, δεν σας είχαν ενθουσιάσει.
Το μικρόφωνο, ενώ αρχικά υποθέσαμε ότι είναι το ίδιο με του 1500 μας έδωσε την εντύπωση ότι "απλώνετε" στις συχνότητες πιο σωστά και peakάρει δυσκολότερα. Αν πράγματι συμβαίνει αυτό τότε και πάλι μάλλον μιλάμε για κάποια software βελτίωση αν και αν προσέξετε, τα νούμερα της ευαισθησίας του (-37dB) διαφέρουν από αυτά του Vengeance 1500. O αέρας της αναπνοής δεν περνάει εύκολα ενώ το noise cancellation δουλεύει αρκετά ικανοποιητικά με τους μόνιμα υποβόσκοντες θορύβους (κίνηση, τηλεόραση κτλ) και μακράν λιγότερα ικανοποιητικά με τους αιφνίδιους θορύβους (κινητό που χτυπάει, κρότοι κτλ). Συνολικά, πολύ απροβλημάτιστο μικρόφωνο και αν έχετε κάποια webcam να είστε σίγουροι ότι πλέον θα προτιμάτε να χρησιμοποιείτε τα Vengeance 2000 σαν πηγή ήχου.
Και με τα του ήχου στην άκρη, πάμε να δούμε κάποιες διαπιστώσεις για την χρηστικότητα του Vengeance 2000 headset:
- Εμβέλεια: Ο κατασκευαστής μιλάει για 12m και η πραγματικότητα δεν απέχει, παρά ~2m. Με τα 10 μέτρα σε ευθεία να είναι ένα ρεαλιστικό σενάριο ( καναπές σε μεγάλο σαλόνι με HTPC; ) δεν νομίζουμε να έχετε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα να κινηθείτε στο δωμάτιο, ενώ αν παρεμβάλλονται μεσοτοιχίες τότε αυτή η εμβέλεια μειώνεται αισθητά (~7m). Για όσους δεν έχουν ασχοληθεί με σχετικά headset να πούμε ότι επειδή η μετάδοση είναι ψηφιακή, τα ακουστικά ακόμα και στο όριο της εμβέλειας τους δουλεύουν όπως και 1 μέτρο δίπλα από τον πομπό. Δεν υπάρχει "ενδιάμεση" κατάσταση, με "κακή λήψη", παράσιτα ή διακοπές. Είτε ακούς 100%, είτε είσαι εκτός range.
- Αυτονομία: Τουλάχιστον εφτά ώρες συνεχόμενης χρήσης στα τεστ μας, δεν μας οδήγησαν βεβιασμένα στο καλώδιο φόρτισης, οπότε δεν θα διστάζαμε να πιστέψουμε την υπόσχεση για 10 ώρες συνεχόμενου gaming που μας δίνει η Corsair. Εδώ να σημειώσουμε ότι η συσκευή διαθέτει auto power off για καλύτερο stand by time. Επίσης μία πλήρης φόρτιση διαρκεί στην πράξη περίπου 3 ώρες, αλλά ευτυχώς το μεγαλύτερο μέρος της μπαταρίας δείχνει να γεμίζει το πρώτο 45λεπτο. Επίσης, είναι αυτονόητο ότι μπορείτε να φοράτε και να χρησιμοποιείται κανονικά το headset, όσο αυτό φορτίζει USB καλώδιο. Το μήκος του τελευταίου (1,5m) είναι καλό αρκεί να χρησιμοποιείτε κάποια USB θύρα της πρόσοψης του case σας.
- Παρεμβολές: None! Δοκιμάσαμε από Bluetooth και κινητά, μέχρι και φούρνο μικροκυμάτων. Κάπου εκεί εξαντλήθηκε η ευρηματικότητα μας και μάλλον είναι ασφαλές να πούμε ότι οι μέρες που σας απασχολούσαν οι παρεμβολές σε αυτές τις συσκευές, μάλλον έχουν φτάσει στο τέλος τους.
- Ελλείψεις: Εκτός από αυτή της απουσίας θήκης μεταφοράς που ήδη αναφέραμε θεωρούμε ότι η σημαντικότερη έλλειψη της συσκευής είναι η απουσία mute button για το μικρόφωνο, το οποίο ενώ έχει δώσει την θέση του στο αυτόματο mute με το σήκωμα του boom του μικροφώνου, μπορεί να ξενίσει κάποιους χρήστες. Από την άλλη, χωρίς καλώδια και ενσύρματα χειριστήρια η τοποθέτηση ενός βολικού mute button μάλλον μοιάζει με ουτοπία.
- Highlights: H εργονομία και τα φιλικά υλικά σε συνδυασμό με τον ήχο, που αναλύσαμε παραπάνω, είναι ένα σίγουρο πακέτο για ένα πολύ καλό user experience. Η αλήθεια είναι ότι η Corsair σπάνια κάνει χοντρά λάθη σε θέματα εργονομίας και γενικότερου user experience και τα Vengeance 2000 δεν αποτελούν εξαίρεση.
Τελευταία σελίδα στο review του Vengeance 2000 Wireless 7.1 Gaming Headset και ήρθε η ώρα για συμπεράσματα. Και ένα συμπέρασμα το οποίο προκύπτει αρκετά εύκολα είναι αυτό του placement του εν λόγω headset στην σειρά Vengeance σειρά της Corsair. To Vengeance 2000 ήρθε για να επιβληθεί στα Vengeance 1300 και 1500 και το κάνει. Προσφέρει άνετα ότι θα μας παρείχε και το Vengeance 1300 (εργονομία και ήχο), ότι θα μας παρείχε το 1500 (καλύτερα υλικά, looks και αποδέσμευση από την κάρτα ήχου) και πάει την υπόθεση ακόμα παραπέρα προσφέροντας ασύρματη λειτουργία. Και το πράγμα δεν σταματάει εδώ μιας και στις δοκιμές μας διαπιστώσαμε την ανωτερότητα (έστω και στα σημεία) του Vengeance 2000 σε σχέση με το 1500. Ένα flagship ολκής. 'Η μήπως ξεχνάμε κάτι;
Δεν ξέρουμε αν υπάρχει κάποιο αξίωμα του marketing που να ορίζει ότι τα flagship προϊόντα πρέπει πάντα να έχουν "αλμυρές" τιμές, πάντως εν προκειμένω, ο μεγάλος ροζ ελέφαντας είναι ακριβώς αυτός που υποψιάζεστε: η τιμή. Στα $149.99, ο απλός ενθουσιασμός του "Τα θέλω!" οφείλει να κάνει μια παύση και να παραμερίσει την θέση του στη λογική, η οποία με τις σειρά τις θα εξετάσει τις εναλλακτικές και το τι πληρώνετε με αυτά τα χρήματα. Με τον ανταγωνισμό (Logitech, Razer κ.α.) να τοποθετεί τα αντίστοιχα μοντέλα του σε παρεμφερείς τιμές και ξέροντας ότι τα Vengeance 2000 αποδίδουν πραγματικά καλά, το θέμα "εναλλακτικές" κινείται μάλλον στην σφαίρα του υποκειμενικού. Το "τι πληρώνετε με αυτά τα χρήματα" από την άλλη, είναι σαφώς αντικειμενικό και πρόδηλο: Πληρώνετε το wireless!
Η ασύρματη λειτουργία, με ότι αυτή συνεπάγεται (πομποί, δέκτες, μπαταρίες κτλ) κοστίζει. Και είναι αναπόφευκτο ότι το κόστος αυτό, μετακυλίεται στον καταναλωτή. Από την στιγμή που αποφασίσετε ότι η wireless χρήση είναι ένα feature που θέλετε, κάθε σύγκριση με τιμές ενσύρματων ακουστικών και headsets καταλήγει άτοπη. Οπότε, με αυτή την παραδοχή και με την τιμή στην άκρη, τι άλλο πληρώνετε με αυτά τα χρήματα;
Πληρώνετε ένα πολύ όμορφο, ποιοτικό, λειτουργικό και ηχητικά δεμένο headset που είναι πραγματικά δύσκολο να σας απογοητεύσει. Ένα headset που δεν θα απαιτήσει κάρτες και ενισχυτές και θα αποδώσει παντού και πάντα με εξαιρετικά αποτελέσματα. Και για να το θέσουμε και με ορολογία Corsair, αγοράζετε ένα βελτιωμένο στα σημεία Vengeance 1500 που είναι και επιπλέον ασύρματο. Αν η wireless λειτουργία είναι "εκ των ων ουκ άνευ" για εσάς, δεν θα διστάσουμε στιγμή να σας τα προτείνουμε.